Κυριακή 10 Ιουλίου 2016

Σαρωτικές ανατροπές στα εργασιακά συζητά η κυβέρνηση με τους δανειστές


[Το παρακάτω είναι δημοσιογραφικό άρθρο]

Τη νέα επίθεση στα Εργασιακά προετοιμάζει η κυβέρνηση, η οποία οριοθετεί την προπαγάνδα της και κυρίως την τακτική της, όχι βέβαια απέναντι στο «κουαρτέτο», με το οποίο υπάρχει συμφωνία για το πλαίσιο των ανατροπών, στη βάση του τρίτου μνημονίου, αλλά απέναντι στους εργαζόμενους και το λαό.
Η περίοδος που διανύουμε δεν είναι προπαρασκευαστική των διαπραγματεύσεων από τη σκοπιά των θεμάτων που θα συζητηθούν και των αποφάσεων που θα παρθούν, αλλά από τη σκοπιά της καλλιέργειας κλίματος ώστε οι αντεργατικές ανατροπές να γίνουν αποδεκτές από τους εργαζόμενους με τις μικρότερες δυνατές αντιδράσεις. Η κυβέρνηση ετοιμάζεται ξανά να δώσει εξετάσεις στο κεφάλαιο και να επιβεβαιώσει τόσο την αποφασιστικότητά της να περνάει μέτρα που υπηρετούν το στόχο της ανταγωνιστικότητας και της κερδοφορίας του, όσο και την ικανότητά της να κάνει τη βρώμικη δουλειά, ενσωματώνοντας και χειραγωγώντας τις δίκαιες αντιδράσεις του λαού.
Σημερινό δημοσίευμα του «Ελεύθερου Τύπου» αποκαλύπτει ότι η κυβέρνηση έχει στα χέρια της έγγραφο 21 σελίδων του κουαρτέτου για σαρωτικές αλλαγές στα εργασιακά, που της παραδόθηκε μετά το κλείσιμο της πρώτης αξιολόγησης. Συγκεκριμένα η εφημερίδα αναφέρει ότι το έγγραφο αυτό:
Για τον κατώτατο μισθό αναφέρει ότι παραμένει υψηλότερος σε σύγκριση με ανταγωνίστριες χώρες της Ελλάδας ως ποσοστό του ΑΕΠ, παρά τη μείωση που ισχύει από το 2012 και το πάγωμα της προϋπηρεσίας στα 9 - 10 χρόνια, και ότι η δομή του μισθού παραμένει εξαιρετικά περίπλοκη, λόγω της πρόσθετης αποζημίωσης (τριετίες) για διαφορετικά επίπεδα εμπειρίας, και ότι παρόμοια δομή κατώτατου μισθού δεν υπάρχει σε άλλες χώρες. Αναφέρει επίσης ότι οι αλλαγές που έγιναν θα συνεχιστούν, και από το 2017 ο κατώτατος μισθός (586 ευρώ) θα είναι ένα ποσό αναφοράς (single rate), χωρίς επιδόματα και τριετίες.
Για τον καθορισμό του μισθού: Κάνει επίκληση των «βέλτιστων πρακτικών» που ισχύουν στην ΕΕ και αναφέρει ότι ο κατώτερος μισθός θα αποφασίζεται από το κράτος, όπως προβλέπει ο νόμος 4172/13, αφού συνεκτιμηθούν οι πραγματικές αντοχές της οικονομίας (επίπεδα ύφεσης ή ανάπτυξης), το ποσοστό ανεργίας, η ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων και η ανάγκη αύξησης των θέσεων εργασίας. Ο ρόλος των κοινωνικών εταίρων δεν θα είναι δεσμευτικός για τον κατώτατο μισθό, παρά μόνο συμβουλευτικός.
Για την «ευελιξία αμοιβών» (wage flexibility) και τις συλλογικές συμβάσεις μόνο σε επίπεδο επιχείρησης, αναφέρει ότι το μέτρο θα δώσει τη δυνατότητα στις επιχειρήσεις να καθορίζουν διαφορετικά και χαμηλότερα επίπεδα αμοιβών για να αντέξουν στην κρίση.
Για την αύξηση του ορίου απολύσεων ως 10%, αναφέρει χαρακτηριστικά ότι «δυο περιοχές μπορεί να χρήζουν περαιτέρω διερεύνησης: α) το κατώφλι για τον ορισμό των συλλογικών απολύσεων και β) η απαίτηση για διοικητική έγκριση των ομαδικών απολύσεων».
Το πρώτο αναφέρεται στο όριο των νόμιμων απολύσεων, και το έγγραφο τονίζει ότι «θα μπορούσε να ευθυγραμμιστεί με την ισχύουσα οδηγία της ΕΕ (98/59/ΕΛ), δηλαδή οι νόμιμες απολύσεις που μπορούν να κάνουν οι επιχειρήσεις άνω των 20 ατόμων κάθε μήνα, να αυξηθούν από το 5% στο 10% του αριθμού των εργαζομένων. Ταυτόχρονα δε, με την αλλαγή αυτή το 10% θα εφαρμόζεται σε επιχειρήσεις που απασχολούν από 100 ως 300 άτομα (και 30 τουλάχιστον άτομα σε επιχειρήσεις με 300 εργαζόμενους και άνω), ενώ σήμερα το 5% εφαρμόζεται σε επιχειρήσεις με προσωπικό από 150 άτομα και άνω.
Το έγγραφο αναφέρει ως παραδείγματα, περιπτώσεις επιχειρήσεων που έκλεισαν, υποστηρίζοντας ότι με την αύξηση του ορίου των απολύσεων, θα είναι λιγότερες οι επιχειρήσεις που θα προσφεύγουν στο μηχανισμό ομαδικών απολύσεων ή στο ξαφνικό λουκέτο.
Επίσης, θεωρεί «ντε φάκτο» την κατάργηση των περιορισμών για ομαδικές απολύσεις, και επικαλείται την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου για την ΑΓΕΤ. Προτείνει δε, να διερευνηθεί κατά πόσο η προστασία των εργαζομένων από ομαδικές απολύσεις μπορεί να γίνει με άλλο τρόπο, αναφέροντας ως παράδειγμα την περίπτωση της Ισπανίας, όπου το 2012 καταργήθηκε η διαδικασία έγκρισης ομαδικών απολύσεων, και διατηρείται η υποχρέωση «διαπραγματεύσεων» με «καλή πίση», με τα συνδικάτα.
Για το συνδικαλιστικό νόμο ζητά τη ριζική αναμόρφωσή του και ταυτόχρονα την αύξηση του αριθμού των εργαζομένων που απαιτούνται για την επικύρωση των αποφάσεων για απεργίες, αλλά και τη συμμόρφωση των οργανώσεων με δικαστικές αποφάσεις σχετικά με τη νομιμότητα των απεργιών. Σε επίπεδο επιχειρήσεων και σε αποφάσεις σωματείων, υποστηρίζει την ανάγκη οι αποφάσεις να λαμβάνονται με πλειοψηφία των εργαζομένων, και όχι με τα ποσοστά της απαρτίας που ορίζονται για τις συνελεύσεις.
Για την ανταπεργία εργοδοτών (λοκ άουτ) αναφέρει το «αμυντικό λοκ άουτ», που θα δίνει το δικαίωμα σε μια επιχείρηση να προστατεύει χώρους και υλικοτεχνική υποδομή κλείνοντας συγκεκριμένα τμήματα, και το «επιθετικό λοκ άουτ» σε καταχρηστικές απεργίες, με πλήρη αναστολή όλων των δραστηριοτήτων, για μείωση ζημιών.

πηγή: 902.gr